-
Πλωτίνος: ο μέγας αποκαταστάτης της φιλοσοφίας του Πλάτωνος [1/6/2012]
-
Περί του βίου του Πορφύριου και περί της από τον Πλωτίνο αναστάσεως αυτού[1/6/2012]
-
Ιάμβλιχος (βιογραφικά στοιχεία) [1/6/2012]
-
Σωσιπάτρα και Αντωνίνος [1/12/2013]
-
Σωκράτης, το άγαλμα της σοφίας και η καταστροφή της Ελλάδος από το θάνατό του [6/5/2014]
Οι προηγεμόνες & Ιεροφάντες μας, που ανέπτυξαν τις παναγέστατες περί των θείων υφηγήσεις. Οι θεουργοί “των αληθινών τελετών, τις οποίες τελούν” οι λογικές &
αΐδιες ψυχές απομακρυσμένες από τους γήινους τόπους, καθώς και “των ολοκλήρων &γεμάτων εσωτερική ηρεμία φασμάτων”, στα οποία συμμετέχουν όσες είναι γνήσια προσκολλημένες στην ευδαίμονα και μακάρια ζωή των νοητών Θεών!

Ορφέας : ο θείος Θεολόγος των Ελλήνων Μιας και σύμφωνα με τον θείο Πρόκλο, σχολάρχη της Πλατωνικής Ακαδημίας και τελευταίο Δαδούχος και Ιεροφάντης των Ελλήνων : «Ολόκληρη η Θεολογία των Ελλήνων προέρχεται από την Ορφική μυσταγωγία, καθώς πρώτος ο Πυθαγόρας από τον Αγλαόφημο διδάχτηκε τα όργια (μυστήρια) των Θεών και δεύτερος ο Πλάτωνας δέχτηκε την παντελή περί τούτων επιστήμη από τα πυθαγόρεια και τα ορφικά συγγράμματα.» — Βλ. Πρόκλος «Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας, 1. 25.26 – 1.25.3» —

Ο θείος Όμηρος, ο μέγας ουρανού και εγκόσμιων Θεών (ουράνιων και υποσελήνιων) Ιεροφάντης που τις άβατες και κεκλεισμένες για τις ανθρώπινες ψυχές ατραπούς προς τον ουρανό άνοιξε. Είθε να γίνουν άπαντες οι άνθρωποι Ιερείς και Ζάκοροι των θεϊκών επών του! Είθε να γίνουν άπαντες οι άνθρωποι ιεροίς του Ομήρου, εκείνου που ακολουθώντας μια τελειότερη κατάσταση της ψυχής και απομακρινόμενος από το κατ’ αίσθηση κάλλος τοποθέτησε την νόησή του πάνω από κάθε ορατή και φαινομενική αρμονία, υψώνοντας μάλιστα τον νου της ψυχής του προς την αφανή και πραγματικά υπαρκτή αρμονία και οδηγημένος στο αληθινό κάλλος, έχασε το φως του, όπως λένε εκείνοι που συνηθίζουν κάτι τέτοια μυθολογήματα, και έπαθε κάτι ανάλογο με αυτό που και ο ίδιος λέει στον 64ον στίχο της Θ’ ραψωδία της Οδύσσειας ότι συνέβη στον Δημόδοκο, τον τραγουδιστή των Φαιάκων – αυτόν δηλ., τον Δημόδοκο, τον αντιστοίχησε ως υπόδειγμα της δικής του ενθεαστικής ζωής, και λέει ότι αυτός υπερβαίνει όλη την αισθητή και ορατή αρμονία και το κάλλος λόγω της κατοχής του από τις Μούσες, και ότι ποικίλλει τις ενέργειες του με τα νοητικά και μυστικά νοήματα περί θεών. Ιερείς του Ομήρου που λέγεται ότι έχασε την όρασή του διότι, υπερβαίνοντας κάθε ορατό και φαινόμενο κάλλος και ανιστορώντας τον εδώ «πόλεμο» των ψυχών, ανύψωσε τον εαυτό προς την νοητική θέαση του αληθινού και νοητού κάλλους. Αυτός λοιπόν είθε να γίνει για όλους τους ανθρώπους Ιεροφάντης, αυτός που καταφρόνησε το ορατό κάλλος και έστρεψε την ενέργειά του προς την φρόνηση και την νοητική ζωή, και έχασε, όπως λένε οι ποιο τραγικοί μύθοι, την όραση του, επειδή «κατηγόρησε» την Ελένη. Με την οποία οι μύθοι συμβολίζουν «τὸ περὶ τὴν γένεσιν κάλλος ἐκ τῆς δημιουργίας», κάλλος για το οποίο ξεσπά μέσα σε όλο τον χρόνο ο “πόλεμος” των ψυχών, μέχρι τη στιγμή που πλέον νοητικές ψυχές, επικρατώντας των άλογων μορφών ζωής, οδηγηθούν από τον αισθητό Κόσμο στο εκεί τόπο, από όπου και ξεκίνησαν καταρχάς, στο νοητό.
![558280_768302299864350_1347465978_n ο θείος Πυθαγόρας. «η άριστη πολιτεία και η συμφωνία και τα “κοινά των φίλων” και η θρησκεία των θεών και η οσιότητα προς τους νεκρούς και η νομοθεσία και η παιδεία και η εχεμύθεια και η πρόνοια για τα άλλα ζώα και η εγκράτεια και η σωφροσύνη και η αγχίνοια[1] και η θειότητα και τα άλλα αγαθά, για να τα συμπεριλάβουμε με ένα όνομα, όλα αυτά τα αξιέραστα και περισπούδαστα στους φιλομαθείς χάρη σε αυτόν φανερώθηκαν. Εύλογα, λοιπόν, για όλα αυτά, θαύμαζαν υπερβολικά τον Πυθαγόρα.» --- Βλ. Ιάμβλιχος, «Περί Πυθαγορικού βίου, 6.32.1 - 6.32.9»--](https://hellenictheologyandplatonicphilosophy.files.wordpress.com/2017/03/558280_768302299864350_1347465978_n.jpg?w=223&h=288)
ο θείος Πυθαγόρας. «η άριστη πολιτεία και η συμφωνία και τα “κοινά των φίλων” και η θρησκεία των θεών και η οσιότητα προς τους νεκρούς και η νομοθεσία και η παιδεία και η εχεμύθεια και η πρόνοια για τα άλλα ζώα και η εγκράτεια και η σωφροσύνη και η αγχίνοια[1] και η θειότητα και τα άλλα αγαθά, για να τα συμπεριλάβουμε με ένα όνομα, όλα αυτά τα αξιέραστα και περισπούδαστα στους φιλομαθείς χάρη σε αυτόν φανερώθηκαν. Εύλογα, λοιπόν, για όλα αυτά, θαύμαζαν υπερβολικά τον Πυθαγόρα.» — Βλ. Ιάμβλιχος, «Περί Πυθαγορικού βίου, 6.32.1 – 6.32.9»–

ο θειότατος Πλάτων Που σχετικά με αυτόν στα «Ανώνυμα προλεγόμενα στην Πλατωνική Φιλοσοφία, 6.8 – 6.22» λέγεται πως: «γυνὴ γοῦν τις ἀπῆλθεν χρησομένη εἰ δεῖ τὴν στήλην αὐτοῦ συντάξαι αὐτὴν τοῖς ἀγάλ μασι τῶν θεῶν, ἔχρησεν δ᾽ ὁ θεὸς τάδε• “δόξης ἀντιθέοιο καθηγητῆρα Πλάτωνα εὖ δρῴης τίουσα, χάρις δέ σ᾽ ἀμείψεται ἐσθλὴ ἐκ μακάρων, οἷσίν περ ἀνὴρ ἐνάριθμος ἐκεῖνος“. ἄλλος δὲ χρησμὸς ἐδόθη ὡς δύο παῖδες τεχθήσονται, Ἀπόλλωνος μὲν Ἀσκληπιός, Ἀρίστωνος δὲ Πλάτων, ὧν ὁ μὲν ἰατρὸς ἔσται σωμάτων, ὁ δὲ ψυχῶν. καὶ Ἀθηναῖοι δὲ τὴν γενεθλιακὴν αὐτοῦ ἡμέραν ἐπιτελοῦντες ἐπᾴδοντες φάσκουσιν• “ἤματι τῷδε Πλάτωνα θεοὶ δόσαν ἀνθρώποισιν“. ὅρα δὲ καὶ τὴν ὑπεροχὴν ἣν ἔσχεν πρὸς Πυθαγόραν• αὐτὸς μὲν γὰρ ἀπῆλθεν εἰς Περσίδα τὴν τῶν μάγων ὠφεληθῆναι θέλων σοφίαν, οἱ δὲ μάγοι διὰ τὸν Πλάτωνα Ἀθήναζε παρεγένοντο τῆς ἐξ αὐτοῦ μετασχεῖν φιλοσοφίας γλιχόμενοι.» Δηλ. στην Αθήνα υπήρχε εορτή που τελούταν προς τιμή του Πλάτωνος, για να γιορτάσουν την γενέθλιο ημέρα του θείου ανδρός, εορτή κατά την οποία οι Αθηναίοι φώναζαν ότι “αυτή την ημέρα οι Θεοί έδωσαν τον Πλάτωνα στους ανθρώπους”. (Και οι Αθηναίοι κατά την ημέρα των γενεθλίων του, γιορτάζοντας τραγουδούσαν : “Την ημέρα αυτή οι θεοί έδωσαν τον Πλάτωνα στους ανθρώπους”). Δηλ. θεωρούσαν οι Αθηναίοι ότι οι Θεοί, έδωσαν στους ανθρώπους τον Πλάτωνα, το θείο εκείνο δώρο που πραγματικά απεκάλυψε τα πάντα για Θεούς. Υπερείχε δε τόσο ο Πλάτων του Πυθαγόρα, που ο μεν Πυθαγόρας πήγε στην Περσία για να μετάσχει της των Μάγων σοφίας, οι δε Πέρσες Μάγοι ήρθαν στην Αθήνα για να μετάσχουν στην του Πλάτωνος Φιλοσοφία! Μάλιστα : «ἀποθανόντος δὲ αὐτοῦ πολυτελῶς αὐτὸν ἔθαψαν οἱ Ἀθηναῖοι καὶ ἐπέγραψαν ἐν τῷ τάφῳ αὐτοῦ• ( In Platonis Alcibiadem commentarii 2.164 ` to In Platonis Alcibiadem commentarii 2.167) Και είναι τόσο υψηλλόνοη και θεία η του Πλάτωνα Φιλοσοφία που ο Πρόκλος λέγει πως : «Όλη η του Πλάτωνος φιλοσοφία εμφανίστηκε σύμφωνα με την των κρείττονων αγαθοειδή βούληση, αποκαλύπτοντας τον εν αυτοίς κεκρυμμένο νου (=νόηση) και την αλήθεια η οποία μαζί με τα όντα έλαβε υπόσταση μέσα στις περί γένεσιν στρεφόμενες ψυχές, όσο επιτρέπεται σε αυτές να μετέχουν σε τόσο υπερφυσικά και μεγάλα αγαθά, και ότι πάλι αργότερα αυτή τελειοποιήθηκε και, αφού αποσύρθηκε στον εαυτό της και κατέστη άγνωστη στους περισσότερος από αυτούς που διακήρυσσαν ότι είναι φιλόσοφοι και αδημονούσαν να ασχοληθούν με “την του όντος θήραν”, όπως λέγει ο Πλάτων στον “Φαίδωνα, 66.c”, πάλι ήρθε στο φως. Ιδικά νομίζουμε ότι η μυσταγωγία για τα ίδια τα θεία, η οποία έχει στηριχτεί με αγνότητα σε ιερό βάθρο και έχει λάβει υπόσταση αιώνια δίπλα στους ίδιους τους θεούς, από εκεί εμφανίστηκε σε όσους μέσα στον χρόνο μπορούν να την απολαύσουν με το έργο ενός ανθρώπου, τον οποίο δεν θα σφάλαμε, αν τον αποκαλούσαμε προηγεμόνα και Ιεροφάντη “των αληθινών τελετών, τις οποίες τελούν” οι ψυχές απομακρυσμένες από τους γήινους τόπους, καθώς και “των ολοκλήρων και γεμάτων εσωτερική ηρεμία φασμάτων”, στα οποία συμμετέχουν όσες είναι γνήσια προσκολλημένες στην ευδαίμονα και μακάρια ζωή. Αυτή, αφού τόσο σεμνά και απόρρητα από αυτόν για πρώτη φορά έλαμψε σαν σε άγια ιερά και τοποθετήθηκε με ασφάλεια μέσα σε άδυτα και δεν κατανοήθηκε από τους περισσότερους που εισήλθαν, σε τακτά διαστήματα προωθήθηκε, όσο ήταν δυνατόν σε αυτήν, από κάποιους αληθινούς ιερείς, οι οποίοι ανέλαβαν και την κατάλληλη για αυτήν τη μυσταγωγία ζωή, και φώτισε ολόκληρο τον τόπο και εμφάνισε τις λάμψεις των θεϊκών φασμάτων παντού.» Βέβαια ο Πρόκλος : «Ως τέτοιους ερμηνευτές της πλατωνικής εποπτείας, οι οποίοι μας ανέπτυξαν τις παναγέστατες περί των θείων υφηγήσεις και οι οποίοι είχαν την τύχη να έχουν μια παρόμοια φύση με τον αρχηγέτη τους, ο Πρόκλος θεωρούσε, τον Πλωτίνο τον Αιγύπτιο και όσους από αυτόν παρέλαβαν την θεωρία, δηλ. τον Αμέλιο και τον Πορφύριο, και τρίτους όσους μετά από αυτούς αποτέλεσαν κάτι σαν ανδριάντες για εμάς, δηλ. τον Ιάμβλιχο και τον Θεόδωρο τον εξ Ασίνης, και όποιους άλλους μετά από αυτούς ακολουθούν αυτόν τον θείο τούτο χορό και με την δική τους διάνοια έφτασαν έως την ανεβάκχευση των δογμάτων του Πλάτωνα. Όμως από αυτούς το γνησιότερο και καθαρότερο φώς της αλήθειας αφού δέχτηκε αχράντως στους κόλπους της ψυχής του ο μαζί με τους θεούς καθοδηγητής μας σε όλα τα ωραία και αγαθά, ο Συριανός ο Αλαξενδρινός, μας εισήγαγε και σε όλη την υπόλοιπη φιλοσοφία του Πλάτωνα και σε όσα απόρρητα από τους προγενέστερους του είχε μυηθεί, και έτσι μας κατέστησε συγχορευτές της περί τα θεία μυστικής αλήθειας. Αν πρόκειται σε αυτόν να αποδώσουμε την πρέπουσα ευγνωμοσύνη για τις ευεργεσίες του προς εμάς, δεν θα έφτανε ούτε όλος μαζί ο χρόνος.»

ο θείος Αρχύτας «όποιος μπορεί να αναλύσει όλα τα γένη των όντων σε μια και την αυτή αρχή και πάλι να τα συνθέσει και να τα αριθμήσει κατά σύνολα, αυτός μου φαίνεται πως είναι σοφότατος και παναληθέστατος, και ότι επιπλέον έχει ανακαλύψει ένα καλό παρατηρητήριο από το οποίο θα είναι ικανός να ατενίζει τον Θεό και όσα έχουν καταχωριστεί στην συστοιχία του και την τάξη του, και έχοντας εξασφαλίσει έτσι στον νου του αυτή την πλατιά οδό, να τρέχει ευθεία και να ολοκληρώνει την πορεία του συνάπτοντας τις αρχές με τα πέρατα και διακρίνοντας ότι ο Θεός είναι η αρχή, το τέλος και η μέση όλων όσων ολοκληρώνονται σύμφωνα με τη δικαιοσύνη και τον ορθό Λόγο.» —Βλ. Αρχύτας «Περί σοφίας» — «Εδώ ο Αρχύτας προσδιορίζει με σαφήνεια τον τελικό σκοπό της θεολογικής προτροπής, αρνούμενος να σταματήσει στις πολλαπλές αρχές και σε όλα τα γένη του όντως Όντος, αλλά έχοντας την προθυμία να αναλύσει τα πάντα σε μια και την ίδια αρχή, διαιρώντας μετά από αυτή τη μια αρχή με βάση έναν ορισμένο αριθμό αυτά που βρίσκονται κοντά στο Ένα και εξετάζοντας έτσι συνεχώς αυτά τα οποία απομακρύνονται περισσότερο και διαχωρίζονται, έως ότου αριθμήσει κατά σύνολα το πλήθος σε αυτά που είναι σύνθετα και έχουν συσταθεί από πολλά. Και προχωρώντας με αυτόν τον τρόπο και προς την μια και προς την άλλη κατεύθυνση, είναι πια ικανός να ανεβαίνει από το πλήθος στο Ένα και να κατεβαίνει από το Ένα προς το πλήθος. Επειδή αυτό που κυρίως αποζητούμε είναι η αλήθεια και η σοφία, όταν μας προτρέπει σε μια τέτοια επιστήμη λέει ότι είναι σοφότατος και παναληθέστατος αυτός που, κατέχοντας αυτή την διαιρετική επιστήμη μέσω των πρώτων Ειδών και γενών, τα συγκεντρώνει όλα στο Ένα μέσω της επιστήμης των ορισμών, και είναι ικανός να παρατηρεί το Ένα, που είναι ο σκοπός κάθε στοχασμού. Και επιπρόσθετα ένα ακόμη όφελος σημαντικότερο και από αυτό, ότι από εκεί σαν από κάποιο παρατηρητήριο μπορεί να ατενίζει τον Θεό και όσα βρίσκονται στην συστοιχία του Θεού. Γιατί αν ο θεός είναι επικεφαλής κάθε αλήθειας και ευδαιμονίας και ύπαρξης και αιτίας και αρχής, για αυτό πρέπει να πασχίζει κανείς να κατακτήσει κυρίως εκείνη την επιστήμη μέσω της οποίας θα τον ατενίσει καθαρά, μέσω της οποίας θα βρει την πλατιά οδό που οδηγεί προς αυτόν και μέσω της οποίας θα συνδέσει τα τέλη με τις αρχές. Διότι αυτή η ζωή και ευδαιμονίας είναι τελειότατη, η οποία δεν διακρίνει ξεχωριστά τα τελευταία από τα πρώτα, αλλά συλλαμβάνει μαζί αυτά τα δυο και περικλείει μαζί τις αρχές, το τέλος και τη μέση. Διότι τέτοια είναι η θεία αιτία, στην οποία οφείλουν να προσηλωθούν αυτοί που πρόκειται να ευτυχήσουν. Έτσι λοιπόν η προτροπή, έχοντας διατρέξει τα πάντα, αυτά που είναι μέσα μας και μέσα στην Φύση και, με δυο λόγια, όλα τα όντα, συγκεφαλαιώνει όλες τις μεθόδους σε μια, στην ανύψωση που επέρχεται προς τον Θεό.» —Βλ. Ιάμβλιχος «Προτρεπτικός επί Φιλοσοφία, 22.17 – 23.5»—

Προτομή του θείου Πλωτίνου (204 – 269 μ.Χ.). Ένας εκ των θειώτερων σχολαρχών της Αλεξανδρινής νέο-πλατωνικής σχολής. Μαθητής του θείου Αμμώνιου Σακκά (175 – 242 μ.Χ.), του ιδρυτή της νεο-πλατωνικής σχολής της Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. «Ο Πλωτίνος ήταν φιλόσοφος από την Αίγυπτο. Αν και μόλις έγραψα ότι ήταν Αιγύπτιος, θα προσθέσω και την ιδιαίτερη πατρίδα του. Λυκώ την ονομάζουν. Παρότι ο θεσπέσιος φιλόσοφος Πορφύριος αυτό δεν το έγραψε, λέει ότι ήταν μαθητής του και ότι σπούδασε δίπλα του για όλη του την ζωή ή για το μεγαλύτερο μέρος της. Οι βωμοί αυτού του Πλωτίνου είναι ζεστοί μέχρι και σήμερα και τα βιβλία του για τους πλατωνικούς λόγους δεν βρίσκονται μόνο στα χέρια των πεπαιδευμένων, αλλά και οι περισσότεροι άνθρωποι, ακόμα και αν δεν καταλαβαίνουν κάποιες απόψεις του, επηρεάζονταιι από αυτές. Ο Πορφύριος αναφέρει τα πάντα για την ζωή του, ώστε κανένας δεν θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερα. Φαίνεται επίσης ότι ερμήνευσε πολλά από τα βιβλία του.» —Βλ. Ευνάπιος «Βίοι Φιλοσόφων και Σοφιστών, 3.1.1.1 – 3.1.5.2» — «Ο Πλωτίνος, ο φιλόσοφος της εποχής μας, έδειχνε να ντρέπεται που βρισκόταν μέσα σε σώμα. Λόγω αυτής τους της διάθεσης, δεν άντεχε να μιλά για την καταγωγή του, τους γονείς του ή την πατρίδα του. Θεωρούσε μάλιστα τόσο ανάξιο να τον απεικονίσει ζωγράφος ή γλύπτης, ώστε, όταν ο Αμέλιος τον παρακαλούσε να αφήσει να φτιάξουν την προσωπογραφία του, αυτός είπε : “Δεν είναι λοιπόν αρκετό που κουβαλάμε αυτό το είδωλο, μέσα στο οποίο μας έκλεισε η φύση, πρέπει κιόλας να συγκατατέθω στο αίτημά σου να αφήσω πίσω μου ένα μακροβιότερο είδωλο του ειδώλου, λες και είναι κάτι πραγματικά αξιοθέατο». —βλ. Πορφύριος «Περί του Πλωτίνου βίου και της τάξεως των βιβλίων αυτού, 1.1 – 1.9». — Ο Πλωτίνος δημιούργησε έναν κύκλο εκλεκτών μαθητών και φιλοσόφων, ανάμεσά στους οποίους ήταν ο Πορφύριος ο Τύριος και ο Αμέλιος, αλλά και γνωστά ονόματα της τότε ρωμαϊκής κοινωνίας, καθώς και ο αυτοκράτωρ Γαλλιηνός, ο οποίος μάλιστα πρότεινε να του διαθέσει τα μέσα για να μπορέσει να κάνει πραγματικότητα μια ιδέας του, να ιδρύσει μια δική του πόλη στην Καμπανία. Αυτή η πόλη των φιλοσόφων θα ονομάζονταν «Πλατωνόπολης» και θα διοικούταν κατά τα ιδανικά πρότυπα της πλατωνικής «Πολιτείας». Ωστόσο, το φιλόδοξο αυτό σχέδιο του Πλωτίνου τελικά δεν ολοκληρώθηκε με επιτυχία. Ο χρησμός που έδωσε γι’ αυτόν ο ίδιος ο Απόλλων τον αποκαλεί «Δαίμονα, άνθρωπε παλιά, μα τώρα σύντροφε των θεϊκότερων Δαιμόνων»∙ τον κατατάσσει στην Δαιμόνια Ομήγυριν, εκεί όπου έχουν τον θρόνο τους οι Διακαστές, οι παίδες του Διός, ο Μίνως, ο Αιακός και ο Ραδάμανθυς. Αυτόν δεν θα τον περάσουν από κρίσι, αλλά θα τον καλωσορίσουν στην συντροφιά τους, στην οποία προσκαλούνται όσοι είναι άριστοι. Μεταξύ αυτών ο Πλάτων, ο Πυθαγόρας και όλα τα μέλη του χορού του αθανάτου έρωτος. Ο Πλωτίνος φαίνεται να άφησε την θεϊκή φωτεινή ακτίνα προς όφελος της ανθρωπότητος∙ να τους διδάξει το πώς να επανορθώσουν την βλάβη που συνέβαλλε στην εξορία τους από το Αγαθό και να επιστρέψουν στην αληθινή τους πατρίδα. Αυτό δεν σημαίνει ότι κατήλθε στην γένεσι για να αποκαλύψει τις απόκρυφες αλήθειες στον οποιοδήποτε άνθρωπο. θα ήταν μια μάταιη και γελοία προσπάθεια. Καθώς, όπως δικαίως παρατηρεί ο Πλάτων, τα μάτια του πλήθους δεν είναι αρκετά δυνατά να κοιτάξουν την Αλήθεια. Σε κάθε τάξη των Όντων στο Σύμπαν υπάρχουν πρώτα, μέσα, και τελευταία, ούτως ώστε η πρόοδος (πορεία) των πραγμάτων να σχηματίζει μια συνεχή αλυσίδα, ξεκινώντας από τον Θεό και καταλήγοντας στην ύλη. Λόγω αυτής της συνδέσεως, ένα μέρος του ανθρωπίνου είδους ενώνεται φυσικώς, μέσω υπερβατικότητας, με όντα τάξεως ανωτέρας του ανθρώπου. ένα άλλο μέρος, μέσω μεγάλης υποβαθμίσεως συνδέεται με τα θηρία. και ένα τρίτο, το οποίο έχει τον ρόλο συνδετικού κρίκου μεταξύ των άλλων δύο, κατέχει τις ιδιότητες εκείνες που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη φύση όπως της αναλογεί. Το πρώτο λόγω της τελειότητός του είναι μικρό σε αριθμό. Το μεσαίο είναι πολυπληθές. Ενώ το τελευταίο είναι αμέτρητο σε πλήθος. Ο Πλωτίνος ήρθε ως οδηγός για εκείνους που γεννήθηκαν με κάποια θεία μοίρα και αγωνίζονται να κερδίσουν την χαμένη φωτεινή χώρα, αλλά δεν γνωρίζουν τον τρόπο να σπάσουν τα δεσμά που τους κρατούν. που αγωνιούν να αφήσουν το σκοτεινό σπήλαιο των αισθήσεων, όπου όλα είναι απατηλά και σκιές, και να ανέλθουν στα βασίλεια του Νου, όπου όλα είναι ουσία και πραγματικότητα. Αυτός ο εξαίσιος άνδρας φαίνεται να είναι ο πρώτος των Πλατωνικών Φιλοσόφων που ξεκάθαρα και ευκρινώς επιβεβαίωσε την ύπαρξη των τριών αρχικών υποστάσεων: Εν-Αγαθόν, Νους, Ψυχή, και απέδειξε ότι δεν δύναται να υπάρχουν ούτε περισσότερες ούτε λιγότερες από αυτές. Αυτές όμως οι τρεις υποστάσεις διαφοροποιούνται ουσιωδώς μεταξύ τους. Συμφώνως προς τον Πλάτωνα το Αγαθόν είναι υπερ-ούσιον∙ ο Νους είναι μια αμέριστη και σταθερή ουσία, και η Ψυχή μια αυτοκινούμενη ουσία, που υφίσταται ως μέσον μεταξύ του Νου και της Φύσεως που διανέμεται στα σώματα. Ας σημειωθεί, όμως, ότι δεν υπάρχει ταύτισης μεταξύ Πλατωνικής και Χριστιανικής Τριάδος όπως λανθασμένα υποστηρίζουν λόγω αγνοίας διάφοροι μελετητές. Διότι, το Αγαθόν ή ο ύψιστος Θεός, κατά τον Πλάτωνα, όντας τόσο πολύ εξηρημένος απ’ όλο το πλήθος, που γι’ αυτό βρίσκεται και πέραν της ουσίας, δεν συναριθμείται με κανένα πράγμα, ούτε με τις άλλες δύο προαναφερθείσες αρχές, ούτε με καμμιά τριάδα. Πράγματι, σε κάθε τάξη των όντων η Tριάς είναι άμεσος απόγονος μιας Mονάδος. Όθεν, η Νοητή Τριάς προκύπτει απ’ ευθείας από την Άρρητη Αρχή των πραγμάτων. Ο Φάνης, ή ο Νοητός Νους, που είναι το πέρας (τέλος) της Νοητής Τάξεως, είναι η Μονάς, ο Ηγέτης, και η Παραγωγική Αιτία μιας Τριάδος, που ονομάζεται Νοητή και Νοερή. Παρομοίως, το έσχατο άκρο αυτής της τάξεως παράγει αμέσως απ’ τον εαυτό του την Νοερή Τριάδα: Κρόνος, Ρέα, Ζευς. Πάλι, ο Ζευς, ο οποίος είναι επίσης ο Δημιουργός, είναι η Μονάς της Υπερκόσμιας Τριάδος. Ο Απόλλων, που βρίσκεται στο άκρο της Υπερκόσμιας Τάξεως, παράγει μια Τριάδα των Απολύτων Θεών (Υπερκόσμιοι και συνάμα Εγκόσμιοι). Και το άκρον αυτής της Τάξεως γίνεται η Μονάς για μια Τριάδα των Εγκοσμίων Θεών. Αυτή η Θεωρία, που είναι παράγωγο μιας τέλειας επιστήμης, βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με την Θεολογία των Χαλδαίων. Διαβάζουμε κάπου στα Χαλδαϊκά Λόγια: «Παντὶ γὰρ ἐν κόσμῳ λάμπει τριάς, ἧς μονὰς ἄρχει.» Αυτό επιπροσθέτως φαίνεται να είναι ένα χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας του Πλωτίνου, το ότι θεώρησε όλες τις προαναφερθείσες τάξεις, όλα τα Όντως Όντα που είναι ανώτερα της Ψυχής, και όλο το πλήθος των Ιδεών, ως συμπεριλαμβανόμενα σε έναν Ανώτατο Νου, που αποκαλείται Νοητός Κόσμος, και ότι υφίστανται σε αδιαίρετη ένωση, χωρίς καμμιά ειδική διάκριση. Επομένως, ο Πλωτίνος ήταν περισσότερο απασχολημένος στο να εξετάσει βαθιά την φύση αυτού του Θείου Κόσμου, παρά να ξεδιπλώσει επιστημονικώς τα Όντα που αυτός περιέχει. Πράγματι, η σκέψη του έχει προσαρμοστεί στην ενδόμυχη κατανόηση της κρυφής ουσία ενός πράγματος, παρά σε μιαν εξήγηση της βαθμιαίας εμφανίσεώς του. Παρ’ όλα αυτά, αν και δεν ανέπτυξε τις ιδιαίτερες προόδους των Όντως Όντων, εισήγαγε τις αρχές αυτής της εξαίσιας έρευνας στα γραπτά του. και έθεσε το θεμέλιο αυτού του θαυμαστού και πανέμορφου συστήματος, το οποίον βαθμιαίως αποκαλύφθηκε απ’ τους μεταγενέστερους Πλατωνιστές, και έλαβε την τελειοποίηση του απ’ την αιχμηρή, ακριβή, και κομψή μεγαλοφυΐα του Πρόκλου.

ο θείος Ιάμβλιχος Σύμφωνα με τον Ευνάπιο, που παραθέτει την βιογραφία του στο έργο του Βίοι Φιλοσόφων και Σοφιστών V, «…….ήταν προς όλους άφθονος (στην προσφορά αγαθών). Λίγα έπραττε μόνος του, χωριστά των εταίρων (μαθητών) και συνομιλητών του, όταν λάτρευε το Θείον. Τις περισσότερες φορές ήταν παρών στους εταίρους του, όντας εύκολος στον τρόπο ζωής του και ακολουθώντας τις αρχαίες συνήθειες, ενώ κατά το ποτό με την ομιλία του τούς κατευχαριστούσε και τους γέμιζε σαν με νέκταρ. Αυτοί μη χορταίνοντας ποτέ την απόλαυση και επιζητώντας την αδιάκοπα, τον ενοχλούσαν συνεχώς. Θέτοντας ως αντιπροσώπους τους τούς πιο ευφραδέστατους είπαν προς αυτόν: ‘‘Γιατί, ω θειότατε διαδάσκαλε, πράττεις κάποια πράγματα μόνος σου, και δεν μεταδίδεις και σε μας την τελειοτάτη σοφία; Λένε κάποιοι από τους δούλους σου ότι ευχόμενος στους Θεούς μετεωρίζεσαι από την γη πλέον των δέκα πήχεων, ενώ το σώμα σου και τα ρούχα σου αποκτούν χρυσοειδές κάλλος. Όταν τελειώνεις την ευχή, το σώμα γίνεται όπως πριν, και κατεβαίνοντας στην γη συναναστρέφεσαι μαζί μας’’. Ο Ιάμβλιχος, ενώ δεν συνήθιζε να γελά, γέλασε με αυτούς του λόγους, και τους είπε ότι: ‘‘αυτός που σας εξαπάτησε ήταν χαριτωμένος, αλλά δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Όμως, από εδώ και στο εξής δεν θα κάνω τίποτε χωρίς εσάς’’». Ο Ευνάπιος αναφέρει και ένα άλλο, ακόμη πιο εντυπωσιακό περιστατικό. Ο Ιάμβλιχος συνήθιζε να πηγαίνει το καλοκαίρι με τους μαθητές του στα Γάδαρα, πόλη φημισμένη για τα θερμά λουτρά της. Οι μαθητές τον παρακαλούσαν από καιρό να τους δείξει τις δυνάμεις του μα εκείνος αρνιόταν πάντα, ώσπου «…χαμογελώντας ο Ιάμβλιχος τους είπε: ‘‘δεν είναι ευσεβές να επιδεικνύονται αυτά, αλλά για χάρι σας θα το κάνω’’. Ήταν εκεί δύο θερμές κρήνες, μικρές μεν αλλά χαρίεστατες, και ζήτησε από τους μαθητές του να μάθουν από τους εγχώριους ποια ήταν τα παλαιά τους ονόματα. Αφού το έκαναν του είπαν: ‘‘δίχως να υπάρχει λόγος, η μια καλείται Έρως και η άλλη Αντέρως’’. Αυτός αμέσως άγγιξε το νερό με το χέρι του (έτυχε να κάθεται στην άκρη της κρήνης) και προφέροντας μια σύντομη επίκλησι κάλεσε από τα βάθη της ένα παιδίον. Το παιδίον ήταν λευκό, μετρίου μεγέθος, είχε χρυσοειδή μαλλιά, ενώ οι πλάτες και το στέρνο του έλαμπαν. Έμοιαζε με κάποιον που μόλις είχε κάνει το λουτρό του. Οι μαθητές έμειναν έκθαμβοι, αλλά ο Ιάμβλιχος είπε: ‘‘πάμε στην διπλανή κρήνη’’, και σηκώθηκε και τους οδήγησε εκεί σκεφτικός. Ύστερα επανέλαβε τα ίδια ακριβώς με πριν και κάλεσε έναν άλλον Έρωτα, όμοιο σε όλα με τον πρώτο, με εξαίρεση τα μαλλιά του που ήταν πιο σκουρόχρωμα και ηλιόλουστα. Τα δύο αγόρια αγκάλιασαν τον Ιάμβλιχο και σφίχτηκαν επάνω του σαν ήταν πραγματικός πατέρας τους. Έπειτα ξαναέστειλε το καθένα στον τόπο του κι έφυγε να κάνει το λουτρό του, μέσα στο σεβασμό των μαθητών του. Μετά από αυτό, οι μαθητές του έπαψαν να του ζητούν άλλες αποδείξεις και επίστευσαν χάριν σε αυτά που τους αποκαλύφτηκαν, μένοντας προσκολλημένοι κοντά του σαν αδιάσπαστη αλυσίδα».

τίς οὐκ ἄν σε θαυμάσειε, φίλε Πρόκλε Προτομή του θείου Πρόκλου του Λύκιου, ενός εκ των θεοφιλέστερων καθοδηγητών και θείων δασκάλων μας. Ο Πρόκλος υπήρξε ένας εκ των θειοτέρων σχολαρχών της Πλατωνικής Ακαδημίας και τελευταίος Ιεροφάντης και Δαδούχος των Ελλήνων! Ως ψυχή άνηκε στην Ερμαϊκή βαθμίδα και ήταν η ψυχή που πρίν έζησε ως Πυθαγόρειος Νικόμαχος απο τα Γέρασα. Ήταν μια ψυχή που εμφυσα την δύναμη του πυρός και απλώνοντας τα φτερά του νου του σηκώνονταν προς τον πυρσοέλικτο αιθέρα και αντηχούσαν οι πολύαστροι κύκλοι της αθάνατης ψυχής του Κόσμου. Ο θείος Πρόκλος, γεννήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 412 μ.Χ. και πέθανε στην Αθήνα την 17η Μουνιχιώνα (17η Απριλίου) του έτους 485 μ.Χ. ή αλλιώς το 124ο έτος από την βασιλεία του Ιουλιανού, όταν άρχοντας στην σεπτή πόλη της Αθηνάς Παρθένου ήταν ο Νικαγόρας ο νεότερος. Ο Πρόκλος υπήρξε μαθητής του Θείου Πλουτάρχου του Αθηναίου (υιός του Θείου Νεστόριου) – για σχετικά λίγο χρονικό διάστημα βέβαια, διότι ο Πλούταρχος ήταν ήδη γέρος πλέον, όταν ο Πρόκλος πήγε στην Ακαδημία, και απέθανε. Κυρίως όμως υπήρξε ο μέγιστος μαθητής του θείου Συριανού (διαδόχου του Πλούταρχου του Αθηναίου) : υπήρξε δηλ. ο θειότερος μαθητής εκείνου που «υπήρξε αληθώς συμβακχεύσας του Πλάτωνα και εκείνος που συμπληρώθηκε πλήρως από την θεία Αλήθεια και κατέστη όντως Ιεροφάντης των θείων λόγων του Πλάτωνα», μαθητής «του Συριανού, που με άχραντο τρόπο στους κόλπους της ψυχής του δέχτηκε το γνησιότερο και καθαρότερο φώς της Αλήθειας και έγινε μαζί με τους Θεούς καθοδηγητής μας σε όλα τα καλά και αγαθά, εκείνος που μας κατέστησε μετόχους και κοινωνούς ολόκληρη της του Πλάτωνος Φιλοσοφίας και σε όσα απόρρητα από τους προ αυτού θεουργούς είχε μυηθεί, και έτσι μας κατέστησε συγχορευτές πάσης της μυστικής αλήθειας των θείων». Του Συριανού, που όπως λέγει ο Πρόκλος, «ήρθε εκείνη την εποχή στους ανθρώπους σαν πρότυπο της Φιλοσοφίας προς ευεργεσία των ψυχών που βρίσκονται εδώ κάτω, ως ανταπόδοση για τα αγάλματα, για τους ναούς, για την ίδια την αγιστεία στο σύνολό της, αρχηγός της σωτηρίας για τους ανθρώπους που ζουν τώρα και για όσους θα ζήσουν στο μέλλον.» Του θείου Συριανού ο οποίος κατά πως λέγει ο Πρόκλος “τον κατέστησε όχι μόνον επόπτη των όντως θείων τελετών με τα αθόλωτα όμματα της ψυχής και την άχραντη του νου περιωπή, αλλά τον κατέστησε και μέτοχο & κοινωνό σε όλα τα από τους προ αυτού θεουργούς παραδομένα μυστήρια και πάσης της μυστικής αλήθειας των θείων αφού τον προετοίμασε ικανοποιητικά δια κάποιων προτέλειων και μικρών μυστηρίων έπειτα τον μύησε στην του Πλάτωνος περί τα θεία μυσταγωγία”. Δηλ. ο Πρόκλος ο Λύκιος, ο σχολάρχης της του Πλάτωνος Ακαδημίας, όχι μόνον ήταν επόπτης των όντως θείων τελετών με τα αθόλωτα όμματα της ψυχής και την άχραντη του νου περιωπή και μέτοχος & κοινωνός όλων των – εκ των προ αυτού θεουργών – παραδομένων μυστηρίων και πάσης της μυστικής αλήθειας των θείων, αλλά του παραδόθηκαν και εκ της Ασκληπιγένειας τα Ελευσίνια του Ιεροφάντης Ευμολπίδη Νεστόριου Μυστήρια και σύμπασα η στους θεούς θεουργική αναγωγή, ήτοι η ιεροσύνη και οι πανάγιες τελετές, καθιστώντας τον Αρχιερέα, Ιεροφάνη & Δαδούχο των Ελευσίνιων Μυστηρίων!